7/4/10

Παιδί: Ο «μυστικός» θεραπευτής οικογενειακών προβλημάτων

Τα προβλήματα σε μια οικογένεια είναι πιθανόν να ωθήσουν ένα παιδί να λειτουργήσει ως ο "μυστικός" θεραπευτής, καθώς διαπιστώνει ότι οι γονείς βρίσκονται σε κάποιου είδους αδιέξοδο. Αποφασίζει δηλαδή να παρέμβει με δυναμικό τρόπο, μέσω εμφάνισης σωματικών «συμπτωμάτων» στην υγεία του ή μέσω αλλαγής συμπεριφοράς, για να μεταφέρει πάνω του την προσοχή της οικογένειας και να τους κάνει να ξεχάσουν προς στιγμήν το δεδομένο πρόβλημά τους.

Με τον τρόπο αυτό, οι γονείς αναγκάζονται να ασχοληθούν με το πρόβλημα (το σύμπτωμα) που εμφανίστηκε στο παιδί τους και να σταματήσουν να απασχολούνται με το προυπάρχον πρόβλημα τους.

Η «στρατηγική» αυτή επίλυσης εκ μέρους του παιδιού, αποτελεί μία «μεταφορική» ερμηνεία του αρχικού προβλήματος, στην οποία, πρωταγωνιστής είναι πλέον το παιδί το οποίο αποφασίζει να αλλάξει την κατάσταση και να επαναφέρει (όπως πιστεύει) την τάξη και την ηρεμία στην οικογένεια. Όπως θα διαπιστώσουμε, η λύση που επιλέγει να δώσει το παιδί, δεν είναι απαραίτητα επιθυμητή για τους γονείς.

Όταν ένα παιδί λέει «πονάει το κεφάλι μου» μπορεί να αναφέρεται σε κάτι περισσότερο από έναν απλό πονοκέφαλο. Πιθανόν να εννοεί ότι είναι πληγωμένο συναισθηματικά ή ότι η μητέρα του υποφέρει, ή μπορεί να ζητάει την βοήθεια του γονιού στα μαθήματά του στο σχολείο. Ο «πονοκέφαλός» του ίσως εκφράζει τον «πονοκέφαλο» που έχει καθημερινά ο πατέρας του λόγω των προβλημάτων του στη δουλειά, ή του «πονοκεφάλου» της μητέρας του στην προσπάθειά της να εξομαλύνει τις σχέσεις της με την πεθερά της κ.ο.κ.
Το σύμπτωμα είναι ένα μήνυμα, και ως τέτοιο, είναι πιθανόν να έχει και δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης από εκείνο που καταρχήν πιστεύουμε ότι σημαίνει. Η δεύτερη, βαθύτερη ερμηνεία του μπορεί να αφορά σε κάποιον πέρα από το ίδιο το παιδί.

Ένα παιδί το οποίο ξαφνικά "λερώνει" το κρεβάτι του το βράδυ που κοιμάται, είναι πιθανόν μεταφορικά, να αναπαράγει το πρόβλημα του πατέρα του που «ξενοκοιμάται» και με κάποια έννοια και εκείνος «λερώνει» το συζυγικό κρεβάτι.

Στις περιπτώσεις αυτές, που διαπιστώνεται η χρήση «μεταφορικών» συμπτωμάτων, η λύση είναι απλή και με την αλλαγή στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι γονείς, λύνεται αυτόματα και το σύμπτωμα του παιδιού εφόσον θεωρεί ότι πέτυχε τον στόχο του και λειτούργησε αποτελεσματικά ως οικογενειακός θεραπευτής.

Η έννοια των «μεταφορικών» σχέσεων στην οικογένεια

Ακριβώς όπως ένα μήνυμα μπορεί να έχει και δεύτερο επίπεδο ερμηνείας, το ίδιο μπορεί να συμβεί και στη σχέση μεταξύ δυο ανθρώπων (π.χ. μεταξύ του παιδιού και της μητέρας) που λειτουργεί «μεταφορικά» σχετικά με κάποια άλλη σχέση δυο άλλων μελών της οικογένειας (π.χ. μεταξύ των γονιών). Μπορεί να ακούγεται κάπως μπερδεμένο σαν έννοια, όμως στην πραγματικότητα είναι πολύ απλό αν δώσουμε ένα παράδειγμα. Ο πατέρας, έρχεται σπίτι μετά τη δουλειά και είναι αναστατωμένος και θυμωμένος επειδή φοβάται ότι ίσως τον απολύσουν. Η σύζυγός του προσπαθεί να τον ηρεμήσει και να τον ανακουφίσει από το άγχος του, και την στιγμή εκείνη ο γιος εκδηλώνει ένα επεισόδιο άσθματος. Ο πατέρας τότε ξεχνάει το εργασιακό του πρόβλημα και προσπαθεί να ανακουφίσει και να ηρεμήσει τον γιο με τον ίδιο τρόπο που κάνει σε εκείνον η σύζυγός του. Η σχέση μεταξύ του πατέρα και του γιου αντικαθιστά και γίνεται «μεταφορικά» μια παρόμοια σχέση με εκείνη μεταξύ του πατέρα και της συζύγου του.

Την στιγμή που ο πατέρας ασχολείται με το γιο του, η σύζυγός του παύει να ασχολείται με το αρχικό πρόβλημα της πιθανής απόλυσής του. Η προσοχή πλέον και των δυο γονιών έχει στραφεί προς το παιδί που εμφάνισε το σύμπτωμα. Η μια κατάσταση έχει αντικατασταθεί από μια άλλη (τον έλεγχο της οποίας έχει πλέον το ίδιο το παιδί).

Σχέσεις που κάνουν… κύκλους

Η σκέψη των «μεταφορικών» σχέσεων οδηγεί στην ιδέα ότι οι δυνάμεις που αναπτύσσονται μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον αλλάζουν διαρκώς και αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τις εσωτερικές ανάγκες της οικογένειας, η δυναμική δηλαδή λειτουργεί κυκλικά. Κάποιες φορές η προσοχή των μελών της οικογένειας θα εστιάζεται στις δυσκολίες και τα προβλήματα του πατέρα στην δουλειά του, κάποιες άλλες φορές στα συμπτώματα που έχει το παιδί, κάποιες άλλες φορές στα προβλήματα που έχουν οι γονείς με τα πεθερικά και τους συγγενείς τους ή σε οικονομικά προβλήματα της οικογένειας. Ανεξάρτητα όμως με το πρόβλημα της δεδομένης στιγμής, η σειρά των δράσεων και το ποσοστό της δύναμης της οικογένειας παραμένει πάντα το ίδιο, ακόμα κι αν αλλάζουν οι πρωταγωνιστές. Για παράδειγμα, μπορεί πάντα κάποιο πρόσωπο να παίζει τον ρόλο του «αβοήθητου» και «αδύναμου» μέλους της οικογένειας που δεν είναι ικανό να επιλύσει κάποιο πρόβλημα, και παράλληλα πάντα να εμφανίζεται κάποιος που έχει τον ρόλο του δυνατού, έτοιμου να βοηθήσει στην λύση του προβλήματος, παρόλο που τελικά δεν θα τα καταφέρνει και το πρόβλημα συνεχίζει να υπάρχει ώστε να καλύπτει αδιάκοπα κάποιο άλλο πρόβλημα (δυο άλλων μελών της οικογένειας). Αυτή η «σειρά» σχέσεων μπορεί να εμφανίζεται με ποικίλους τρόπους και να εμπεριέχει δυάδες σχέσεων, κάθε ζευγάρι ατόμων που αντιμετωπίζουν ένα θέμα, αντικατοπτρίζει μεταφορικά ένα άλλο ζευγάρι ατόμων που έχουν ένα άλλο θέμα. Η μητέρα έχει πρόβλημα με την συμπεριφορά της πεθεράς της, και τελικά δίνει την προσοχή της στο σύμπτωμα που εμφάνισε η κόρη της, ξεχνώντας για αυτό το διάστημα τα προβλήματα με την μητέρα του συζύγου της.

Η βοήθεια ενός ειδικού

Όταν μια οικογένεια επισκέπτεται έναν ειδικό σύμβουλο για να λύσει κάποιο σύμπτωμα που εμφάνισε το παιδί, είναι σημαντικό ο ειδικός να εξετάσει την «μεταφορά» άλλων σχέσεων στην οικογένεια, που εκφράζεται μέσα από το συγκεκριμένο σύμπτωμα και τις σχέσεις των ενδιαφερομένων μεταξύ τους. Η πρακτική σημασία αυτής της εξέτασης των δεδομένων είναι σημαντική γιατί καθορίζει με σαφήνεια και την στρατηγική επίλυσης του θέματος / συμπτώματος εφόσον κατανοήσει τις σχέσεις μεταξύ των άλλων μελών της οικογένειας. Όταν μια οικογένεια επισκέπτεται ένα σύμβουλο και εξηγεί το πρόβλημα που υπάρχει, είναι σημαντικό για τον ειδικό να σκεφτεί:» Εάν το πρόβλημα αυτό είναι μια μεταφορά μιας άλλης συμπεριφοράς που υπάρχει στην οικογένεια, ποια συμπεριφορά ταιριάζει στην μεταφορά που έχουμε μπροστά μας; Ποιος άλλος στην οικογένεια έχει ένα παρόμοιο αν και διαφορετικής φύσης θέμα; Το σύμπτωμα του παιδιού, ποιο άλλο θέμα αποτρέπει την στιγμή που εμφανίζεται; Τι αντικαθιστά»; Για να δώσει ο ειδικός μια απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις, χρειάζεται να καταλαβαίνει την «μεταφορική» έννοια στις σχέσεις και τις δράσεις των ατόμων.

Αδυναμία ή παντοδυναμία; Το παιχνίδι της αλλαγής ρόλων

Η υποσυνείδητη αιτία των «μεταφορών» αυτών, δίνει στο παιδί σημαντική δύναμη. Η πρόθεσή του παιδιού είναι να βοηθήσει τους γονείς να λύσουν ένα πρόβλημα που υπάρχει στην οικογένεια, όμως λόγω του ότι αυτή η δύναμη δεν είναι εύκολο να ελεγχθεί και να προσαρμοστεί ακριβώς σε ένταση από τον ίδιο τον δημιουργό της (το παιδί), σε πολλές περιπτώσεις τελικά γίνεται υπερβολική σε σχέση με το αρχικό πρόβλημα μεταξύ των γονιών. Το αποτέλεσμα είναι το σύμπτωμα του παιδιού να είναι σε κάποιες περιπτώσεις πολλαπλάσια σημαντικότερο από το αρχικό πρόβλημα. Στο σημείο αυτό, το έμπειρο μάτι ενός συμβούλου θα του δείξει και την ίδια τη λύση. Η αλλαγή των υπαρχόντων σχέσεων στην οικογένεια, και η δημιουργία νέων και υγιέστερων σχέσεων και συμπεριφορών μεταξύ των μελών της οικογένειας είναι δυνατόν να δημιουργήσει νέες δυναμικές και άμεση λύση και να δώσει τέλος στο σύμπτωμα που εμφάνισε το παιδί.

Είναι δύσκολο να πιστέψει κάποιος ότι το παιδί έχει την ευφυΐα να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μια τέτοια συμπεριφορά και δημιουργία σωματικών συμπτωμάτων. Είναι όμως εξίσου δύσκολο να πιστέψει κάποιος ότι το παιδί δεν είναι ικανό να προβεί σε τέτοιες λύσεις όταν διαπιστώνει αδιέξοδο στην οικογένειά του (που για εκείνο είναι ο κόσμος ολόκληρος). Τα παιδιά είναι ιδιαίτερα έξυπνα και μπορούν να επιλέξουν τρόπους επίλυσης που είναι περισσότερο περίπλοκοι από ότι φανταζόμαστε. Είναι απλό για παράδειγμα για ένα παιδί να σκεφτεί ότι δημιουργώντας ένα σύμπτωμα, ο γονιός του θα αντιδράσει με ένα δεδομένο τρόπο. Δηλαδή, θα του δώσει όλη την προσοχή του για να το θεραπεύσει. Όμως εάν ένα παιδί προγραμματίζει τα συμπτώματα που εμφανίζει συνειδητά ή υποσυνείδητα εξαρτάται από την περίπτωση που εξετάζουμε. Τα παιδιά σε πολλές περιπτώσεις εξηγούν το πώς και το γιατί προγραμματίζουν να έχουν κάποια συμπτώματα. Λένε παραδείγματος χάριν: «Αν είμαι άρρωστος, τότε ο μπαμπάς δεν θα πιει για μια ημέρα» ή «δεν θα φύγει από το σπίτι το βράδυ» ή «δεν θα εγκαταλείψει εμένα και την μαμά» ή «η μαμά δεν θα βγει το βράδυ με τη φίλη της».
Η κατανόηση της συμπεριφοράς ενός παιδιού είναι περίπλοκη. Ένα παιδί μπορεί να επιλέξει να συμπεριφέρεται με συμπτώματα, τα οποία τελικά βοηθούν τους γονείς να ασχοληθούν με το παιδί τους. Οι γονείς επικεντρώνουν την προσοχή τους στο παιδί για να το βοηθήσουν να λύσει το πρόβλημά του. Σε αρκετές περιπτώσεις, αυτή η συμπτωματική συμπεριφορά εκ μέρους ενός παιδιού (που παίρνει τον ρόλο του αδύναμου μέλους) μπορεί να χειροτερέψει ώστε να δώσει τη δυνατότητα στους γονείς να προσπαθήσουν ακόμα περισσότερο να βοηθήσουν (και να πάρουν το ρόλο των δυνατών μελών). Οι τρόποι με τους οποίους το παιδί προστατεύει τους γονείς, κάνει το παιδί να φαίνεται αδύναμο λόγω της συμπτωματικής συμπεριφοράς του ή της αδύναμης υγείας του, κι όμως, την ίδια στιγμή, το παιδί είναι παντοδύναμο με την έννοια ότι είναι αυτό που προσφέρει βοήθεια στην οικογένεια για να ξεπεραστεί ένα άλλο πρόβλημα που προϋπήρξε.